Η έννοια του
ρεαλισμού είναι μια έννοια δύστροπη, δυσπρόσιτη και κυρίως πολύσημη, αναλόγως
με τον εκάστοτε πομπό της. Ωστόσο, λόγω του θετικού της σημασιολογικού φορτίου
και του της αδιαμφισβήτητης ικανότητάς της να γίνεται αποδεκτή ως βάση
ουσιώδους διερεύνησης κυριαρχεί στο δημόσιο –και όχι μόνο- λόγο. Έτσι λοιπόν
σήμερα γίνονται συζητήσεις για την «αναγκαιότητα στροφής στο ρεαλισμό», για
«ρεαλιστικές πολιτικές» -και όχι πολιτική…-, για «αναζήτηση ρεαλιστικών λύσεων»
και λοιπά ανάλογα εύηχα, χωρίς καμία βάση και ουσία αλλά με απαράμιλλη
προπαγανδιστική ισχύ.
Το κυνήγι του
ρεαλισμού εδράζεται στην αποδοχή της ύπαρξης μιας κοινά αποδεκτής λογικής, κάτι
επίσης ασαφές και επικίνδυνο. Όλα αυτά προϋποθέτουν την αποδοχή της ύπαρξης μιας
αντικειμενικής πραγματικότητας, αποδεκτής με αυτήν την ιδιότητα από όλους. Μόνο
που η πραγματικότητα, όπως κάθε φορά παρουσιάζεται, εκπέμπεται από τον καθέναν
με όχημα τη γλώσσα και με σαφή προθετικότητα, χωρίς απαραίτητα να αναφέρεται σε
αυτήν καθεαυτή την πραγματικότητα. Η «αντικειμενικότητα», ο «ρεαλισμός» και η
«κοινή λογική» δε αποτελούν τίποτα παραπάνω από εννοιολογικές κατασκευές, θεωρητικά
κατασκευάσματα που συνδέονται με την υποστήριξη των προθέσεων ενός υποθετικού
ατόμου, και, εν προκειμένω, όταν γίνεται αναφορά σε ζητήματα κοινωνικά, της
άρχουσας τάξης – που δεν ταυτίζεται απαραίτητα με την εκάστοτε κυβέρνηση, αλλά
προσδιορίζεται με όρους κοινωνικοοικονομικής επιρροής- και των υποστηρικτών
της. Η αδυναμία της επίτευξης της αντικειμενικότητας για τον προσδιορισμό της
κοινής λογικής είναι εύκολα αντιληπτή. Δεν είναι ίδια η «κοινή λογική» για τον
κάτοικο της Ελλάδας της Ε.Ε., με αυτήν του κατοίκου του Αφγανιστάν, της Βόρειας
Κορέας ή των πολιτών της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ένωσης. Σε κάθε περίπτωση η
προπαγάνδα της κοινής λογικής διαχέεται από το κέντρο λήψης αποφάσεων προς την
περιφέρεια, σύμφωνα και με τη θεωρία του Βαλερστάιν.
Αυτό το
παιχνίδι διαδραματίζεται εδώ και χρόνια στη χώρα μας με στόχο να πείσει τον
κόσμο ότι το «άσπρο» είναι «μαύρο» και το αντίθετο. Χρόνια τώρα γίνεται πλύση
εγκεφάλου με χρήση ωραιοποιημένων ασαφών εννοιολογικά όρων όπως «ευέλικτη
εργασία», «ανταποδοτικότητα», «ανάπτυξη» και πάει λέγοντας για να πειστεί ο
κόσμος πως ό,τι συμβαίνει είναι σωστό, αναγκαίο και προς μελλοντικό –πάντα-
όφελός του. Το ίδιο συμβαίνει και τώρα στην πιο ακραία και επιθετική εκδοχή
του.
Καλούν λοιπόν
την κυβέρνηση και –κυρίως- τους πολίτες να αποδεχτούν το ρεαλισμό και να
αποφύγουν το λαϊκισμό, γιατί στην αντίθετη περίπτωση ίσως έρθει η καταστροφή.
Ρεαλισμός λοιπόν είναι η συντριβή των εργασιακών σχέσεων, η κατάργηση του
κοινωνικού κράτους, η νομιμοποίηση της ασυδοσίας των «ισχυρών», η θεσμοθέτηση
μισθών των 500 ευρώ (με την ταυτόχρονη ρεαλιστική αύξηση με κάθε πιθανό τρόπο
του κόστους ζωής). Μέρος του ρεαλισμού είναι και η κατάργηση της Δημοκρατίας,
καθώς, ό,τι και αν αποφασίσει ο κόσμος, το αποτέλεσμα οφείλει να είναι το ίδιο.
Λαϊκισμός είναι το αίτημα για κοινωνική ασφάλεια, για έμμισθη εργασία, για
ισότητα ευκαιριών και για σεβασμό της λαϊκής εντολής. Έστω όμως ότι όντως είναι
έτσι η κατάσταση. Βιώνουμε λοιπόν -με μεγάλη χαρά είναι η αλήθεια- τον «υπαρκτό
ρεαλισμό» και επιδιώκουμε την εφαρμογή του «οικονομικού ορθολογισμού» εδώ και
πέντε και πλέον χρόνια. Και, θεωρητικά
πάντα, ένα «ρεαλιστικό πρόγραμμα» σε μια χώρα που κινούνταν εκτός
πραγματικότητας στόχο έχει τη βελτίωση των συνθηκών ζωής. Ή τουλάχιστον τη
δημιουργία ενός ρεαλιστικού τρόπου ζωής. Καλά έως εδώ…
Ας δούμε όμως
και κάποιες εικόνες, υπαρκτές και ευκρινείς προς όλους, με υποκειμενική να
είναι μόνο η ερμηνεία τους. Όποιος έχει κατηφορίσει προς το κέντρο εύκολα
διακρίνει διάφορες κούτες και κουβέρτες και κάποιους (εκατοντάδες ή και
περισσότερους) ανθρώπους να κοιμούνται σε αυτές. Είναι όσοι δεν μπόρεσαν να
συμβιβαστούν στην κοινή λογική των πραγματιστών ή όσοι δεν χωρούν σε αυτήν την
πραγματικότητα. Υπάρχουν και πάμπολλα μαγαζιά που έχουν «κλείσει», καθώς χρόνια
τώρα είχαν συνηθίσει στον παραλογισμό. Υπάρχουν και θεμελιώδη τμήματα του τέως
παράλογου κράτους – δικαίου που δε φαίνεται να έχουν θέση σε αυτόν το ρεαλισμό.
Κάποια μισογκρεμισμένα σχολεία χωρίς καθηγητές, κάποια νοσοκομεία χωρίς
προσωπικό και απαραίτητα υλικά προς χρήση. Υπάρχουν και μερικές εκατοντάδες
χιλιάδες άνεργοι, αλλά, επειδή δεν έχουμε σαφή εικόνα και αντικειμενικό αίτιο
της ανεργίας τους, δε θα ασχοληθούμε πολύ με αυτούς. Προέχει ο ρεαλισμός. Όμως,
όπως μας λένε, η κοινή λογική έχει ως κύριο αίτημα τον εξορθολογισμό των
οικονομικών, για να μπορέσει να ορθοποδήσει και η κοινωνία. Ακόμα και εκεί οι
εκπρόσωποι της κοινής λογικής αδυνατούν να αποδεχτούν ότι το μόνο που έχουν
προξενήσει είναι ανεπανόρθωτη καταστροφή σε κάθε τομέα της οικονομίας. Πόσο
παράξενο οι ρεαλιστές να αφήνουν διαρκώς το ταμείο ελλειμματικό. Όπου και αν
έχουν κατά καιρούς εφαρμόσει τις περίλαμπρες θεωρίες τους…
Όλον αυτόν το
«ρεαλισμό της κοινής λογικής» η ελληνική κοινωνία αδυνατεί να τον αντιληφθεί
και να βιώσει μέσα σε αυτόν. Κάθε άνθρωπος άλλωστε έχει ένα ρεαλιστικό αίτημα:
να ζει ως άνθρωπος. Αυτό δεν εξάγεται από κανέναν αντικειμενικό τύπο των
παντογνωστών τεχνοκρατών, καθώς οι ανάγκες του ανθρώπου δεν είναι μετρήσιμες. Ο
σεβασμός τους όμως και η διαρκής διαφύλαξη όλων όσα συναποτελούν την ανθρώπινη
ύπαρξη είναι ο πρωταρχικός θεωρητικός σκοπός κάθε οργανωμένης πολιτείας. Και
αυτό η κοινή λογική που ευαγγελίζονται οι ρεαλιστές δε φαίνεται όχι απλά να το
λαμβάνει υπ’ όψιν, αλλά ούτε να το έχει αντιληφθεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου