-Πραγματικά, σε βολεύουν τα
μηχανικά μολύβια; Ποτέ δεν μπόρεσα να τα χρησιμοποιήσω. Πάντα κατέστρεφα τη
μύτη και μετά έσπαγαν τα νεύρα μου. Για να αποφεύγω, λοιπόν, τις διαρκείς
συντριβές, προτιμώ κάτι πιο συμπαγές, πιο στέρεο.
Πώς
προέκυψε το στυλό, το μολύβι, ένα απλό χρηστικό αντικείμενο ως σημείο αναφοράς μιας συζήτησης μέσα
στην τάξη και στην ώρα της έκθεσης; Αφορμή υπήρξε μία κίνηση (η αλλαγή της μύτης σε ένα μηχανικό μολύβι) που
υπέπεσε στην αντίληψή μου. Ίσως και η ανάγκη να βρεθεί κάποια αναφορά ως μέσο
για να «σπάσει» η νύστα της κάπως δύσκολης εκείνης, κρύας και πρωινής, ώρας.
-Ναι, δεν μπορώ να γράψω με
συμβατικό μολύβι… Πέραν του ότι θέλουν ξύσιμο (κάτι που, προφανώς, βαριόταν σαν
διαδικασία, αλλά δεν μού το είπε ποτέ) γράφουν και «χοντρά». Μου αρέσει να
γράφω λεπτά, δεν μπορώ τα έντονα γράμματα, με έντονο αποτύπωμα. Για αυτό και
προτιμώ τα μηχανικά μολύβια.
-Τι να σού πω; Εγώ, πάλι,
προτάσσω το σκοπό και θεωρώ τα μέσα αγιασμένα. Για κάποιον, ασυνείδητο αλλά
πρακτικό, λόγο προτιμώ και το απλό Bic στυλό στην καθημερινότητα. Όσα έχουν
λεπτά μύτη με κουράζουν, δεν μπορώ να τα διαχειριστώ. Ειδικά αυτό το μακρόστενο
με τις λωρίδες, ούτε να το βλέπω δεν μπορώ.
-Σε αυτό δεν θα διαφωνήσω
απόλυτα. Και εγώ έχω πάντα ένα μακρόστενο Bic, αλλά για να το δίνω σε αυτούς που, καμιά φορά, μού ζητάνε
κάποιο δανεικό –συνήθως και αγύριστο. Έτσι δεν το «κλαίω». Ένα στυλό «έκλαψα»
κάποτε, δώρο από τον πατέρα μου. Χοντρός κορμός και λεπτή μύτη, σαν γραφίδα
ήταν. Το δάνεισα σε ένα συμμαθητή μου και η τύχη του αγνοείται. Κατά τ’ άλλα,
μύτη λεπτή και τίποτα άλλο.
Κάποιες
φορές συνειδητοποιείς ότι την προσωπικότητα του άλλου τη γνωρίζεις βαθύτερα μέσα
από τις πιο μικρές λεπτομέρειες, μέσα από τα απλά στοιχεία της καθημερινότητας
που για τους περισσότερους περνάνε απαρατήρητα και αδιάφορα –όπως ένα στυλό.
Κάποιοι χάνονται στο σύνολο, βλέποντας τα πάντα ως ένα αδιαμόρφωτο όλο,
ομοιόμορφο, με αδιευκρίνιστα συστατικά σημεία. Κάποιοι άλλοι βάζουν λίγο από
τον εαυτό τους στα πάντα, ξεκινώντας από τα πιο μικρά. Δίνουν λίγη από την
προσωπικότητά τους σε ό,τι συνθέτει τις στιγμές τους. Δίνουν λίγη ζωή σε ό,τι κρατούν και αυτό
χαρακτηρίζεται, παίρνει φορτίο από την επιλογή και γίνεται μία ψηφίδα της
ύπαρξής τους.
Και
όλα αυτά για ένα στυλό; Φυσικά και όχι! Αλλά, από ένα στυλό «όλα αυτά». Γιατί, όταν δεν δίνουμε λίγη ζωή σε ό,τι συνθέτει τις μικρές μας στιγμές, αν δεν
επιλέγουμε, όταν και όποτε έχουμε τη δυνατότητα, τότε αφηνόμαστε έωλοι.
συνηθίζουμε να αφηνόμαστε έωλοι. Εκείνες τις στιγμές δεν ζούμε, απλά υπάρχουμε.
Και είναι πολλές αυτές οι μικρές στιγμές, για να τις αφήσουμε να μετεωρίζονται
μέσα σε μία αδιάφορη αδράνεια. Θα βυθιστούμε σε μια κατάσταση, ξεχνώντας να
ενεργούμε.
«Τα
αντικείμενα δεν θα έπρεπε να τα αγγίζουμε, διότι δεν είναι ζωντανά. Τα
χρησιμοποιούμε και τα ξαναβάζουμε στη θέση του πίσω. Ζούμε ανάμεσά τους, είναι
χρήσιμα, τίποτα παραπάνω». Η επαφή μας με τα αντικείμενα πρέπει να είναι
γόνιμη, δημιουργική. Να συμβάλλουν στην ζωή μας, όταν καταλαμβάνουν χώρο
δίπλα μας. Να γίνονται μέσα και όργανα, διέξοδοι στην ύπαρξή μας. Το άγγιγμά τους
είναι ανυπόφορο, όταν δεν έχει την άδειά μας. Όταν δεν βοηθούν, αλλά
επιβάλλονται, γίνονται «έμψυχα, ζώα». Καταπατούν την ύπαρξή μας, την εκτρέπουν,
με κάποιον τρόπο την ορίζουν.
Την
ίδια ημέρα, σε ένα φωτοτυπείο παλιό, σκοτεινό και βρόμικο πλην αγαπητό, καθ’
ότι και οικείο, παρατήρησα, περιμένοντας κάποιες εκτυπώσεις και φωτοτυπίες,
κάποια σκονισμένα, παλιοκαιρισμένα στυλό σε προθήκες που, κάποτε, ήταν
διάφανες. Ελπίζω ότι αυτά απλά κάποιος δεν επέλεξε να τα αγοράσει, όχι ότι ποτέ
κάποιος δεν τα παρατήρησε. Έμειναν διάκοσμος από επιλογή, δεν κατάφεραν ποτέ να
επιβληθούν και εξέπεσαν στην αχρησία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου