Τρίτη 3 Ιουνίου 2025

Το θέμα της έκθεσης και η γκρίνια ως εθνικό μας σπορ

 

Είναι κανόνας. Πάντα όλες και όλοι έχουμε γνώμη για το θέμα που πέφτει στις Πανελλαδικές στη Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία.

 

Όταν "έπεσε" το θέμα τού βιβλίου, γκρινιάζαμε «γιατί τα παιδιά δεν έχουν χρόνο να διαβάσουν βιβλία». Όταν έπεσε η αξία τής ιστορικής γνώσης, για το «τι ρωτάνε τα παιδιά που τα βάζουν μόνο να παπαγαλίσουν». Πρόπερσι για το κείμενο που αναδείκνυε τα κακώς κείμενα του νεοφεμινισμού, ταράχτηκαν όλες και όλοι οι «πολύ φεμινίστριες και φεμινιστές», χωρίς να διαβάσουν το κείμενο βέβαια, το οποίο εξυμνούσε το κίνημα του φεμινισμού. Φέτος ενοχληθήκαμε που τόλμησαν να ρωτήσουν τα παιδιά για το ζήτημα της δημιουργικότητας στο σχολείο. Ουσιαστικά και πάλι χωρίς να διαβάσουμε το υποερώτημα α: «τους λόγους για τους οποίους το σύγχρονο σχολείο οφείλει να καλλιεργεί τη δημιουργικότητα των μαθητών/ μαθητριών».

Ας δεχτούμε τα αυτονόητα. Ναι, το ελληνικό σχολείο δεν φημίζεται για την ώθηση που δίνει στη δημιουργική έκφραση, σκέψη, δράση, στη δημιουργικότητα εν γένει των μαθητών και μαθητριών. Πολύ περισσότερο, δεν την προωθεί στις δύο τελευταίες τάξεις του Λυκείου, οι οποίες είναι απόλυτα επικεντρωμένες –κι ας ντρεπόμαστε όλοι να το παραδεχτούμε– στις πανελλαδικές. Άλλωστε, πόση δημιουργικότητα χωράει σε μια διδασκαλία που εκ των πραγμάτων καθίσταται εξετασιοκεντρική; Και, ναι, στο Λύκειο δεν υπάρχουν μαθήματα μουσικής ή άλλων καλών τεχνών. Σε μεγάλο βαθμό, μάλιστα, η εντατικοποίηση της μελέτης σκοτώνει και τις εξωσχολικές δραστηριότητες. Για την κατάσταση αυτή υπάρχει αίτιο: ονομάζεται πανελλαδικές εξετάσεις, ωστόσο αυτό είναι ζήτημα άλλης φύσεως που δεν θα θίξω εδώ για την οικονομία τού παρόντος κειμένου.

Καταρχάς, η κριτική ότι «το σχολείο» σκοτώνει τη δημιουργικότητα είναι άστοχη, ακριβώς επειδή θέτει στο στόχαστρο κάτι το απρόσωπο, άρα δεν αποδίδει κάπου την ευθύνη. Ας γίνουμε σαφείς. Το κάθε «σχολείο» είναι οι εκπαιδευτικοί του, οι άνθρωποί του. Αν το σκεφτούμε έτσι, η όποια κριτική δεν θα είναι επί αοράτου στόχου. Και δεν διστάζω καθόλου να πω ότι αυτή η κριτική είναι πέρα για πέρα άδικη. Υπάρχουν συνάδελφοι που αφιερώνουν πολύ μεγάλο απόθεμα της ενέργειάς τους για να κάνουν το μάθημά τους ενδιαφέρον, συμμετοχικό, πρωτότυπο, αλληλεπιδραστικό και να κινητοποιήσουν τη δημιουργική διάσταση του μαθητικού τους ακροατηρίου. Η περίφημη δε δημιουργικότητα δεν περιορίζεται μόνο στο πλαίσιο της διδασκόμενης ύλης. Τη δημιουργικότητα βλέπουμε να εκφράζεται και να λαμβάνει βήμα και έμπνευση στις σχολικές γιορτές (σε όσες δεν θυμίζουν τουλάχιστον ξεψυχισμένο προσκλητήριο νεκρών), στους ομίλους πάσης φύσεως (είχα την τύχη να έχω την ευθύνη του ομίλου podcast και είδα πολύ όμορφα πράγματα από τα παιδιά), στις θεατρικές ομάδες, στη σύνταξη μαθητικών εφημερίδων (πρόσφατα βραβεύτηκαν από το Το Βήμα), σε φιλανθρωπικές διοργανώσεις που γίνονται με παιδικό/εφηβικό ενθουσιασμό (βλέπε bazaar) και σε άλλες πολλές εκδηλώσεις της σχολικής κοινότητας.

Σε μεγάλο βαθμό λοιπόν, στον μεγαλύτερο, η δημιουργικότητα που υπάρχει φύσει στα παιδιά και τη σχολική κοινότητα αναζητά έναν/μία εκπαιδευτικό να την ωθήσει να εκφραστεί. Αυτό φοβόμαστε να πούμε: ότι, όταν αυτή λιμνάζει, δεν φταίει γενικά και αόριστα το απρόσωπο «σχολείο» αλλά εμείς οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί που αδιαφορούμε, βαριόμαστε, «είμαστε πολύ κακοπληρωμένοι και, άρα, κουρασμένοι» ή, ανθρώπινο και αυτό, αδυνατούμε. Φταίει ο/η εκπαιδευτικός που διδάσκει Οδύσσεια με χειρόγραφες σημειώσεις που έφτιαξε κάπου στα 1990 και τις χρησιμοποιεί ως απόλυτο ευαγγέλιο, κι ας αγνοεί ποιος είναι ο Gregory Nagy ή ο Martin West. Δεν υπάρχει άλλος χαρακτηρισμός του Οδυσσέα, παρά αυτός που περιέχουν οι σημειώσεις του/της. Και όποιος/α τολμήσει να μην τον παπαγαλίσει, θα βαθμολογηθεί αρνητικά. Φταίει αυτός/η που διδάσκει γλώσσα, έχει δαιμονοποιήσει την τεχνολογία και εξακολουθεί να χρησιμοποιεί αποκλειστικά κείμενα από την «Πρακτική Φιλοσοφία» του Παπανούτσου. Και, για να μην τα πολυλογώ, φταίει αυτός και αυτή που βαριέται να αποδεχθεί ότι η διδασκαλία πρέπει πάντα να προσαρμόζεται στις εκάστοτε κοινωνικές συνθήκες και το ακροατήριο και ότι πέρα από την εξέταση υπάρχει και η ίδια η διδασκαλία, ως μια πράξη αμιγώς επικοινωνιακή και πνευματικά δημιουργική για όποιον/α συμμετέχει – άρα και για όποιον/α διδάσκει.

Για τον λόγο αυτό ελαφρώς εξοργίστηκα τόσο με την κριτική προς το θέμα της έκθεσης, το οποίο, άλλωστε, δεν θεωρούσε δεδομένη τη δημιουργικότητα εντός του σχολείου, αλλά την έθετε ως χρέος του, όσο και με τη συλλήβδην απαξίωση των ανθρώπων που αποτελούν το απρόσωπο και έτσι εύκολα ευάλωτο «σχολείο». Ωστόσο, αντιλαμβάνομαι ότι αν στερήσεις από τον Έλληνα την γκρίνια είναι σαν να τον καλείς να αποποιηθεί το εθνικό του καθήκον, ένα μέρος της γοητείας του και εν πολλοίς την ταυτότητά του. Αν δε τον καλέσεις να διαβάσει πριν κρίνει, είναι σαν να τον εξοντώνεις. Ας είναι, ραντεβού του χρόνου με το νέο θέμα της Έκθεσης που θα μας αναγκάσει –και πάλι– να το κράξουμε.

δημοσιεύτηκε

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου