Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2024

“Ιστορία μου, αμαρτία μου” ή αλλιώς γιατί οι μαθήτριες και οι μαθητές σιχαίνονται την ιστορία

 Εσείς ξέρατε ότι τα αίτια που ώθησαν τις ελληνικές κυβερνήσεις (όλες;, κάποιες;) του 19ου αιώνα στην απόφαση να διανοίξουν οδικές αρτηρίες στο ελληνικό κράτος ήταν τέσσερα; Ότι η αγροτική μεταρρύθμιση του Ελ. Βενιζέλου το 1917 είχε δύο μόνο στόχους και μάλιστα πολύ συγκεκριμένους; Ότι η άσκοπη και δαπανηρή επιστράτευση του 1915 είχε μεγάλο κοινωνικό και οικονομικό κόστος; Δεν ξέρετε για ποιον λόγο και από ποιον έγινε η επιστράτευση; Δεν πειράζει, δεν το λέει το βιβλίο. Ούτε λέει ποιος διαδέχτηκε τον βασιλιά Κωνσταντίνο, όταν αυτός κηρύχτηκε έκπτωτος. Ο βασιλεύς Αλέξανδρος δεν υπήρξε ποτέ κατά τη σχολική ύλη.


Είναι κοινό μυστικό ότι το πλέον απεχθές μάθημα για τους μαθητές και τις μαθήτριες της Γ΄ Λυκείου Ανθρωπιστικών Σπουδών είναι το μάθημα της Ιστορίας (“Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας” το βιβλίο). Και είναι λογικό. Μάλιστα, η αποστροφή αυτή προκύπτει και από τη συνολική τους σχολική εμπειρία από το μάθημα της ιστορίας από την Α ΄Γυμνασίου ακόμα. Αποστήθιση, μηχανιστική γνώση που εξατμίζεται μετά το πέρας των εξετάσεων της κάθε χρονιάς, καμία γοητεία, παρά μόνον αν η διδάσκουσα ή ο διδάσκων έχει ταλέντο ως προς τη δημιουργία της. Δεν αδικώ τα παιδιά. Λίγα γοητεύονται από αυτήν. Και όσα όντως γοητεύονται, έχουν κατά πάσα πιθανότητα λάβει σχετικά ερεθίσματα εκ των προτέρων, μάλλον από την οικογένειά τους. Τα αντιλαμβάνεσαι αυτά τα παιδιά, όμως, από την αρχή. Το μάτι τους σπινθηροβολεί στην πληροφορία που λαμβάνει. Δεν την αντιλαμβάνεται ως νεκρό γράμμα, όπως το βιβλίο την αναγράφει και όπως εξετάζεται κατά τρόπο υποχρεωτικό, τον οποίο υπαγορεύει το Υπουργείο. Την αντιλαμβάνεται ως μια πύλη κατανόησης του κόσμου.

Οι λόγοι της στάσης αυτής των μαθητριών και των μαθητών είναι απλοί και συνοψίζονται στην εξής μία αιτία, κατά τη γνώμη μου: την έλλειψη της γοητείας που ανέφερα. Για να είναι κάτι γοητευτικό, πρέπει να σε παρακινεί να αλληλεπιδράσεις μ’ αυτό, να αυτενεργήσεις, να το επεξεργαστείς λογικά με τρόπο μη δεσμευτικό. Ωστόσο, τα ασφυκτικά δεσμά των εξετάσεων, τα οποία οδηγούν γραμμικά προς τη μεγάλη δοκιμασία των πανελλαδικών εξετάσεων, δεν στο επιτρέπουν αυτό. Για να είμαι ακριβής, δεν στο ζητάνε και σου βροντοφωνάζουν ότι είναι χάσιμο χρόνου οποιαδήποτε άλλη εμπλοκή με το βιβλίο πέραν της μηχανιστικής του αποστήθισης. Και για τον λόγο αυτόν ελάχιστες και ελάχιστοι αντιλαμβάνονται κατά τη σχολική διδασκαλία ότι η ιστορία είναι επιστήμη, με σκληρή μάλιστα μεθοδολογία, με ένα μάλιστα διαφορετικό τρόπο από επιστήμες όπως είναι και η φυσική, η βιολογία κ.ο.κ.. Και αυτό γιατί έχει επίκεντρο τον άνθρωπο και τις πράξεις του.

Η ιστορία δεν είναι μια απλή συνάρτηση “ημερομηνίας”/“γεγονότος”/“προσώπου” με άξονα τη γνώμη του συγγραφέα του -ενός και μοναδικού- βιβλίου, τα οποία οφείλεις να αποστηθίσεις για να αριστεύσεις. Δεν εννοώ ότι δεν χρειάζεται καθόλου η απομνημόνευση, καθώς ένας βασικός ιστορικός οδικός άξονας πρέπει να είναι στο μυαλό των παιδιών, ωστόσο η συνολική αποστήθιση σελίδων όχι. Ειδικά στην εποχή που η πληροφορία είναι κυριολεκτικά στο χέρι μας ανά πάσα στιγμή, σημασία δεν έχει η απομνημόνευση όσο η κατανόηση και η αξιοποίησή της. και εδώ το σχολείο παίρνει κάτω από τη βάση.

Αν ρωτήσουμε γιατί μαθαίνουμε ιστορία, η πλειονότητα θα απαντήσει το κοινότοπο: “για να προβλέψουμε τι θα γίνει στο μέλλον”, “η ιστορία επαναλαμβάνεται”. Το έχουν ακούσει, είναι πιασάρικο και το αναπαράγουν τόσο αμήχανα όσο μηχανιστικά μαθαίνουν -αν μαθαίνουν- το μάθημα. Πέραν του ότι η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται ποτέ, όπως και τίποτα στη ζωή δεν επαναλαμβάνεται, παρά μόνο η ψευδαίσθηση που γεννάται από τις ορολογίες μοντελοποίησης που χρησιμοποιούμε για να υπαγάγουμε τα γεγονότα και τις καταστάσεις σε ένα πλαίσιο ερμηνείας, ακόμα και αυτή η “γνώση” ή γνώμη περί της επανάληψης δεν είναι επωφελής. Στο ερώτημα τι επαναλαμβάνεται σήμερα θα σου πουν: ο πόλεμος, η δικτατορία, οι εκλογές και εγώ δεν ξέρω τι άλλο, χωρίς τη δυνατότητα ή, μάλλον καλύτερα, τη διάθεση να το εξηγήσουν. Αυτό δείχνει την αδυναμία τού εκπαιδευτικού συστήματος να μεταδώσει τι είναι η ιστορία.

Αντιγράφω εδώ τον Edward H. Carr. “Η ιστορία δεν δίνει μαθήματα, αδυνατεί να προβλέψει, άπτεται θεμάτων θρησκείας, ηθικής και πολιτικής”, ανθρώπινα δηλαδή. Ουσιαστικά, ιστορία είναι η κατανόηση μηχανισμών και διεργασιών που συμβάλλουν στην αλλαγή τού κόσμου. Κατά τον Yuval Noah Harari, η ιστορία δεν είναι παρά η μελέτη των αλλαγών. Και αυτή είναι μια διαπίστωση πολύ σημαντική. Μέσα από την ιστορία ο άνθρωπος εξασκείται στην κατανόηση της σχέσης αιτίου-αιτιατού σε κοινωνικές συνθήκες με φορέα ευθύνης τον άνθρωπο. Και η αιτία δεν είναι ποτέ μία και μοναδική, καθώς συλλειτουργούν το τυχαίο, το μη γραμμικό, το αστάθμητο, ο φυσικός παράγοντας και η ανθρώπινη ευφυΐα -ή η έλλειψή της. Όπως και να έχει, σκοπός της ιστορίας είναι να μάθει στους μαθητές και τις μαθήτριες να σκέφτονται μέσα σε ένα λογικό πλαίσιο τις εξελίξεις και τις καταστάσεις μιας άλλης εποχή, να αντιλαμβάνονται τι σημαίνει “αλλαγή” ή “μετάβαση”, ώστε να είναι σε θέση να μελετήσουν τα αίτια που τις γέννησαν και τις συνέπειες που προκλήθηκαν. Και να είναι έτοιμες και έτοιμοι να μην φτάσουν στα ίδια συμπεράσματα, τόσο το καλύτερο μάλιστα. Να αντιληφθούν το μάθημα ως μια ευκαιρία να αξιοποιήσουν δημιουργικά τις γνώσεις τους, τα ανοιχτά βιβλία τους, τη λογική τους, τη φαντασία τους, ώστε να οξύνουν την αιτιώδη σκέψη τους.

Σίγουρα αντιλαμβάνομαι τον λόγο που έχει δεσμεύσει την ιστορία σε αυτόν τον απαράγωγο τρόπο διδασκαλίας: είναι η ασφάλεια που γεννά η διόρθωση της εξέτασης και η αξιολόγηση, όταν αυτή γίνεται σε πράγματα μετρημένα και σαφή, όταν δεν υπεισέρχεται ο υποκειμενισμός, αναπόφευκτος όμως στην ιστορία. Ωστόσο, είναι κι αυτός ο λόγος που καθιστά την ιστορία “αναγκαίο κακό”, το οποίο όταν μπορεί να αποφευχθεί, αποφεύγεται. Άλλωστε, πόση χαρά μπορεί να αισθανθεί κανείς αποστηθίζοντας ότι “Σύμφωνα με τη στατιστική του Παναρέτου, το 1913 στις επαρχίες των έξι μητροπόλεων του Πόντου κατοικούσαν 697.000 Έλληνες, ενώ το ίδιο διάστημα, σύμφωνα με τον Γ. Λαμψίδη, λειτουργούσαν 1.890 εκκλησίες, 22 μοναστήρια, 1.647 παρεκκλήσια και 1.401 σχολεία με 85.890 μαθητές”. Οι πληροφορίες αυτές είναι όντως εξόχως σημαντικές, όχι όμως για αποστήθιση αλλά για κατανόηση. Πού χώρος, όμως, για αυτήν;

Δημοσιεύτηκε

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου