Είναι
πραγματικά εκπληκτικό το πόσο υποκειμενική είναι η αίσθηση του χρόνου.
Σκεφτείτε το. Αν θέσετε στον περίγυρό σας απλές ερωτήσεις με αυτό το ζητούμενο,
οι απαντήσεις που θα πάρετε θα έχουν εντυπωσιακές αποκλίσεις. Αλήθεια, πόσος
καιρός έχει περάσει από την Ολυμπιάδα της Αθήνας; Πολύς ή λίγος; Από το
αλησμόνητο διάγγελμα του επίσης αλησμόνητου Παπανδρέου του νεώτερου; Από το φρικτό
ναυάγιο του Norman Atlantic;
Από την ανάληψη της εξουσίας από το ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και τους ΑΝ.ΕΛ. και το ιστορικά
συμβατικό σημείο μηδέν της μεταπολίτευσης; Πολύς ή λίγος; Αυθαίρετο το ερώτημα.
Πολύς ή λίγος σε σχέση με τι;
Η σχετικότητα
του χρόνου λοιπόν, ή μάλλον καλύτερα της χρονικής διάρκειας, εδράζεται σε
πολλές και ποικίλες παραμέτρους, κυρίως αποκλίνουσες από άνθρωπο σε άνθρωπο και
από εποχή σε εποχή. Έχει να κάνει με τις προσδοκίες, την προσμονή ή όχι ενός
αποτελέσματος, την ποιότητα της καθημερινότητας, την ευχαρίστηση που αποφέρει ή
τη δυσφορία που προκαλεί η εκάστοτε χρονική περίοδος. Έχει να κάνει, όμως,
κυρίως με το τι θέτει ο καθένας από εμάς ως αρχή της μέτρησης και το πού
τοποθετεί το τέλος της. Ή πού επιθυμεί να το θέσει. Και αυτό απορρέει από τη
δυνατότητα που του δίνει η ίδια του η καθημερινότητα να περιμένει. Ή δεν του
δίνει.